θεματογραφώ

θεματογραφώ
(Μ θεματογραφῶ, -έω) [θεματογράφος]
1. γράφω θέματα, γυμνάσματα
νεοελλ.
2. ασκούμαι στη γραπτή έκθεση ιδεών
3. ειρων. γράφω επιτηδευμένα ή άτεχνα κείμενα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • θεματογραφώ — ησα, ασκούμαι στη θεματογραφία, είμαι θεματογράφος (βλ. λλ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θεματογραφία — η 1. η ενέργεια τού θεματογραφώ, το να γράφει κάποιος θέματα 2. η άσκηση, το γύμνασμα με θέματα 3. βιβλίο που περιέχει θέματα για εξάσκηση («λατινική θεματογραφία») 4. ειρων. επιτηδευμένο άρθρο ή πραγματεία για γλωσσική επίδειξη ή απλοϊκό και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”